Η αιτιολόγηση της αναγκαιότητας της πρόσφατης εισβολής στο Ιράκ στηρίχθηκε στην κατοχή από το καθεστώς του Σαντάμ όπλων μαζικής καταστροφής (ΟΜΚ).

Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας παρουσίασαν, πριν από τον πόλεμο, μια σειρά στοιχείων, ενδείξεων στην πραγματικότητα, ότι το Ιράκ είχε στη διάθεσή του χημικά και βιολογικά όπλα και προσπαθούσε να εξελίξει και πυρηνικά όπλα. Τα όπλα αυτά αποτελούσαν κίνδυνο τόσο για τις χώρες της περιοχής, όσο και για στόχους σε όλο το δυτικό κόσμο, μέσω μιας πιθανής συνεργασίας του Ιράκ με τρομοκρατικές οργανώσεις.

Σήμερα, και ενώ το Ιράκ τελεί υπό Αμερικανική διοίκηση εδώ και περίπου 2 μήνες δεν έχει βρεθεί το παραμικρό ίχνος από αυτό το τρομερό οπλοστάσιο του Ιράκ, με την εξαίρεση 2 ρυμουλκούμενων οχημάτων τα οποία πιθανόν να αποτελούσαν εργαστήρια παραγωγής χημικών και βιολογικών όπλων.

Αντίθετα, ΟΜΚ βρέθηκαν κάπου αλλού, μόλις 100Km από την έδρα της Αμερικανικής κυβέρνησης, στο Maryland, κοντά στις εγκαταστάσεις του Fort Detrick. Στο Fort Detrick βρίσκονται οι τα εργαστήρια του Αμερικανικού στρατού για την αντιμετώπιση λοιμωδών νοσημάτων. Εκεί ανακαλύφθηκαν φιαλίδια άνθρακα, κατά πάσα πιθανότητα υπολείμματα του προγράμματος εξέλιξης βιολογικών όπλων των ΗΠΑ το οποίο, σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις, διακόπηκε το 1969 (Guardian, 28/5/2003). Δείγματα ιών και άλλων βιολογικών ουσιών είχαν διατηρηθεί μόνο για τις έρευνες θεραπείας και αντιμετώπισης επιθέσεων με τα συγκεκριμένα όπλα. Όμως το Αμερικανικό Πεντάγωνο ποτέ δεν είχε μπεί στον κόπο να τεκμηριώσει και να διασφαλίσει την πλήρη καταστροφή των βιολογικών του όπλων και φυσικά να δημοσιοποιήσει αυτές τις πληροφορίες. Δηλαδή ποτέ δεν έκανε αυτό ακριβώς που ζητούταν από το Ιράκ πριν την πρόσφατη εισβολή.

Αν όμως, ακόμα και σήμερα, δεν είναι απίθανο να εντοπίσει κανείς ίχνη του Αμερικανικού προγράμματος βιολογικών όπλων, 33 χρόνια μετά τη διακοπή του, η αδυναμία εντοπισμού του περίφημου Ιρακινού οπλοστασίου ΟΜΚ είναι τουλάχιστο ύποπτη.

Το ότι η κατοχή από το Ιράκ ΟΜΚ ήταν απλά και μόνο η πρόφαση για τη διεξαγωγή του πολέμου, δεν δημιουργεί ιδιαίτερη εντύπωση. Όμως το επιχείρημα της ύπαρξης των ΟΜΚ λειτούργησε σε αρκετά μεγάλο βαθμό τόσο στην κοινή γνώμη των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, όσο και στα συλλογικά όργανα επικύρωσης αποφάσεων (Κογκρέσο, Γερουσία, Βουλή των Κοινοτήτων). Τον τελευταίο μήνα, και μετά την αποτυχία ανεύρεσης των ΟΜΚ του Ιράκ, πληθαίνουν οι αντιδράσεις και αρκετά ερωτήματα τίθενται πιο πιεστικά.

Δύο επιτροπές της Γερουσίας των ΗΠΑ (Πληροφοριών και Άμυνας) και δύο Βρετανικές κοινοβουλευτικές επιτροπές πρόκειται να αρχίσουν ακροάσεις σε μια προσπάθεια να διερευνήσουν του κατά πόσο οι δύο κυβερνήσεις κατασκεύασαν ή παραποίησαν στοιχεία για να στοιχειοθετήσουν τις κατηγορίες κατά του Ιράκ για την κατοχή ΟΜΚ.

Ειδικότερα, η περίφημη αναφορά του πρωθυπουργού Blair για την περίπτωση εγγράφων που ανακάλυψαν οι Βρετανικές υπηρεσίες και αποδείκνυαν την προσπάθεια του Ιράκ να αγοράσει οξείδιο του ουρανίου για το πυρηνικό του πρόγραμμα, φαίνεται πώς ήταν εντελώς κατασκευασμένη(Independent, 5/6/2003). Όταν οι επιθεωρητές της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας πήραν στα χέρια τους το αποδεικτικό υλικό, ανακάλυψαν μια σειρά λαθών που έδιναν την εικόνα μιας πρόχειρης και μάλλον ερασιτεχνικής πλαστογράφησης του υλικού.

Ένας από τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο επίκεντρο του Ιρακινού ζητήματος είναι και ο Hans Blix, επικεφαλής των επιθεωρητών του ΟΗΕ στο Ιράκ. Ο Blix, σε συνέντευξή του στην Ισπανική εφημερίδα El Pais, στις 9 Απριλίου, δήλωνε ότι ο ισχυρισμός των ΗΠΑ ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών διέθεταν αποδείξεις για την ύπαρξη ΟΜΚ στο Ιράκ είναι, τουλάχιστο, αμφιβόλου αξιοπιστίας. Στην ίδια συνέντευξη ο Blix αναφέρει: «… Αρχικά πίστευα ότι οι Αμερικανοί ξεκίνησαν τον πόλεμο πιστεύοντας στην ύπαρξη ΟΜΚ στο Ιράκ. Τώρα πια πιστεύω λιγότερο αυτή την εκδοχή…».

Ο Blix προχωρά ένα βήμα πιο πέρα περιγράφοντας την κατάσταση που επικρατούσε λίγο πριν τη διακοπή των επιθεωρήσεων του ΟΗΕ. Η Αμερικανική κυβέρνηση έδινε στους επιθεωρητές πληροφορίες για την πιθανή ύπαρξη ΟΜΚ και περίμενε να λάβει τα λεπτομερή αποτελέσματα των δικών τους ερευνών, ώστε να αξιολογήσει την αξιολογήσει την αξιοπιστία των πηγών της και πιθανώς να εμπλουτίσει τα στοιχεία αναγνώρισης του εδάφους για τις επικείμενες και προαποφασισμένες επιχειρήσεις. Ο Blix αρνήθηκε να παίξει αυτό το παιχνίδι και επέμενε η πληροφόρηση να είναι μονόδρομη, γεγονός που επέτεινε την ρήξη του με τους Αμερικανούς.

Ουσιαστικά, και αν κρίνει κανείς τις επιχειρήσεις στο Ιράκ με βάση τις επίσημες αιτιάσεις των ΗΠΑ, πρόκειται για μια αποτυχημένη επιχείρηση, καθώς ο βασικός της στόχος, η ανεύρεση και εξουδετέρωση των ΟΜΚ δεν έχει ακόμα επιτευχθεί. Και είναι η 2η αποτυχημένη στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ σε διάστημα μικρότερο των 2 ετών, αν συνυπολογίσει κανείς και την επιχείρηση κατά του Αφγανιστάν, όπου επίσης οι πρωταρχικοί στόχοι, διάλυση της Αλ Κάιντα, σύλληψη του Μπιν Λάντεν και του μουλά Ομάρ, δεν έγινε δυνατό να επιτευχθούν. Όταν έγινε αντιληπτό ότι οι στόχοι που τέθηκαν ως πρωταρχικής σημασίας δεν ήταν εφικτοί, ή παρουσίαζαν μεγαλύτερες δυσκολίες από ότι ήταν αναμενόμενο, και οι δύο επιχειρήσεις «βαφτίστηκαν» απελευθερωτικοί πόλεμοι, για το καλό των πολιτών αυτών των χωρών.

Στα τέλη Μαίου ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Donald Ramsfeld δήλωνε (Independent, 29/5/2003) ότι είναι πλέον πιθανόν τα ΟΜΚ του Ιράκ να καταστράφηκαν από τους ίδιους τους Ιρακινούς πριν την έναρξη των εχθροπραξιών, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζει εάν η εκτίμηση αυτή αναφέρεται στο διάστημα ακριβώς πριν την πρόσφατη εισβολή ή στα μέσα της δεκαετίας του 90, όπως υποστηρίχθηκε από αρκετούς Ιρακινούς που αυτομόλησαν από το Ιράκ τα τελευταία χρόνια.

Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας παραποίησαν ή και κατασκεύασαν μια σειρά «αποδεικτικών στοιχείων» για να στοιχειοθετήσουν μια αξιοπρεπή δικαιολογία για τον πόλεμο, η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει και την υποστήριξη των κοινοβουλευτικών σωμάτων και σημαντικού μέρους των πολιτών σε αυτές τις χώρες.

Μια μάλλον απρόσμενη αντίδραση έρχεται και από χώρο των μυστικών υπηρεσιών όπου υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια. Η δυσαρέσκεια αυτή προκύπτει κυρίως από το γεγονός ότι ασκήθηκαν έντονες πιέσεις για την παρουσίαση ή την διαμόρφωση στοιχείων που θα στήριζαν τους πολιτικούς ισχυρισμούς. Ουσιαστικά δηλαδή τους δόθηκε το συμπέρασμα στο οποίο έπρεπε να καταλήξουν και τους ζητήθηκαν οι πληροφορίες που θα οδηγούσαν σε αυτό, αντί για ακριβώς το αντίθετο. Ανώτερα στελέχη των Αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών επιβεβαιώνουν, συνήθως ανώνυμα, τις πιέσεις που ασκήθηκαν κυρίως από το Ramsfeld για την παραγωγή πληροφοριών με συγκεκριμένα συμπεράσματα.

Μετά το τέλος του πολέμου η έρευνα για ΟΜΚ στο Ιράκ είναι υπόθεση μόνο των Αμερικανικών και κατά δεύτερο λόγο των Βρετανικών δυνάμεων κατοχής, καθώς κατέστη σαφές ότι οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν την επιστροφή των επιθεωρητών του ΟΗΕ. Αυτό και μόνο το γεγονός καθιστά εκ των προτέρων ύποπτα και αμφισβητήσιμα οποιαδήποτε ευρήματα προκύψουν.

Ίσως ο καλύτερος επίλογος γι αυτό το κείμενο να έρχεται από τα πρακτικά της Γερουσίας των ΗΠΑ και το Γερουσιαστή Byrd (congressional record, 5/6/2003 – Senate, p.S7432-S7435):

«… Τα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ παραμένουν ένα μυστήριο, ένα αίνιγμα. Ποια είναι, πού είναι, πόσο επικίνδυνα είναι; Ή ήταν μια κατασκευασμένη δικαιολογία από μια διοίκηση, ανυπόμονη να καταλάβει μια χώρα; Είναι ώρα αυτές οι ερωτήσεις να απαντηθούν. Είναι ώρα, ή μάλλον έχει ήδη περάσει η ώρα, που η διοίκηση πρέπει να είναι ειλικρινής προς τον Αμερικανικό λαό και ο Πρόεδρος να ζητήσει από την κυβέρνησή του εξηγήσεις για το πώς το Έθνος οδηγήθηκε σε πόλεμο με τέτοιο δόλιο τρόπο. Εδώ κρίνεται η αξιοπιστία του Προέδρου και του Έθνους.»

Ο Κωστής Δελήμπασης γεννήθηκε το 1971 στη Λάρισα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Χημικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ. και ασκεί το επάγγελμα του Χημικού Μηχανικού από το 1996, με κύρια αντικείμενα περιβαλλοντικά έργα και μελέτες, διαχείριση βιομηχανικής επικινδυνότητας και εκτάκτων καταστάσεων και project management επενδυτικών σχεδίων και τεχνικών έργων.

Από το καλοκαίρι του 2001 εκδίδει το ηλεκτρονικό περιοδικό e-telescope.gr. Άρθρα του έχουν αναδημοσιευτεί σε πολλά ελληνικά και ξένα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα.  

Περισσότερα άρθρα και επικοινωνία