Στα τέλη φθινοπώρου του 1944 στην απελευθερωμένη Ελλάδα υπάρχουν ένοπλα σώματα τακτικού στρατού και ανταρτών που αριθμούν συνολικά περίπου 200.000 άνδρες.

Περίπου 100-120.000 είναι η δύναμη του ΕΛΑΣ, 15-20.000 του ΕΔΕΣ, 25-30.000 τα τύποις διαλυμένα τάγματα ασφαλείας, ενώ στην Ελλάδα έχουν μεταφερθεί η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία από το μέτωπο της Ιταλίας και ο Ιερός Λόχος. Παρούσες είναι, σε μικρότερους αριθμούς και οι δυνάμεις της χωροφυλακής, καθώς επίσης μικρές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Στην Ελλάδα θα αναπτυχθούν και 2 Βρετανικές ταξιαρχίες.

Ο Γ. Παπανδρέου είναι πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας της οποίας η σύνθεση αποφασίστηκε στη διάσκεψη του Λιβάνου μερικούς μήνες πριν και στην οποία συμμετέχουν και μέλη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.

Αμέσως μετά την απελευθέρωση αρχίζουν οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις για το θέμα της συγκρότησης του τακτικού στρατού και της συμμετοχής σε αυτόν των παραπάνω σχηματισμών. Κομβικό ρόλο σε όλες τις εξελίξεις παίζει ο ΕΛΑΣ, καθώς αποτελεί τον ισχυρότερο όλων των σχηματισμών. Όμως έχει ήδη προηγηθεί η συμφωνία της Καζέρτα στην οποία ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ (μέσω των Σαράφη και Ζέρβα αντίστοιχα) έχουν αποδεχθεί την ανάθεση της αρχιστρατηγίας του συνόλου των επί Ελληνικού εδάφους ενόπλων τμημάτων στο Βρετανό αντιστράτηγο R. Scobie. Την πιο συνοπτική ίσως περιγραφή της Συμφωνίας της Καζέρτα δίνει ο υπαρχηγός του ΕΔΕΣ Κ. Πυρομάγλου:

«Εις την πραγματικότητα οι στρατηγοί Ζέρβας και Σαράφης υπέγραψαν εις την Καζέρταν την καταδίκη και την ταχυτέραν δυνατή διάλυσιν των δύο οργανώσεων της Ενόπλου Εθνικής Αντιστάσεως».

Στις 5 Νοεμβρίου 1944 ο Γ. Παπανδρέου, με τη συναίνεση των ΕΑΜικών υπουργών ανακοινώνει την απόφαση διάλυσης τόσο των ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, όσο και της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου. Στην ανακοίνωση περιλαμβάνονται επίσης οι όροι με τους οποίους αξιωματικοί όλων των παραπάνω σχηματισμών θα μπορούν να ενταχθούν στο νέο τακτικό στρατό. Αρχηγός του Ελληνικού στρατού ορίζεται ο στρατηγός Οθωναίος, επιφανές στέλεχος της βενιζελικής παράταξης, πρόεδρος του στρατοδικείου στη «Δίκη των εξ» και πρωθυπουργός για λίγες μέρες μετά το βενιζελικό κίνημα του 1933. Ως ημερομηνία διάλυσης των υφιστάμενων σχηματισμών ορίζεται η 10η Δεκεμβρίου 1944.

Η επιλογή του Οθωναίου αποτελεί μια εφυή και μετριοπαθή επιλογή, η οποία είναι αποδεκτή από το ΕΑΜ και όχι απορριπτέα από το ΚΚΕ. Όμως όταν ο Οθωναίος ζητά να οριστεί επιτελάρχης του ο Σαράφης (στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ) με τον οποίο τους συνδέει το κοινό βενιζελικό παρελθόν, συναντά την κάθετη άρνηση του Scobie.

Στις 15 Νοεμβρίου 1944 ο Οθωναίος παραιτείται. Είναι χαρακτηριστικό πώς στις 11 Νοεμβρίου 1944 και ενώ υπάρχει ακόμα κλίμα σχετικής ομαλότητας και οι υπουργοί του ΕΑΜ μετέχουν στην κυβέρνηση, ο Churchill τηλεγραφεί στον Υπουργό Εξωτερικών Eden την πεποίθησή του ότι επίκειται ένοπλη σύγκρουση με το ΕΑΜ και για το σκοπό αυτό ζητά την αποστολή μίας επιπλέον Βρετανικής ταξιαρχίας. Είναι άγνωστο εάν πρόκειται για επίδειξη εξαιρετικής διορατικότητας εκ μέρους του Βρετανού πρωθυπουργού, ή απλά πίστη στην επιμελή και προγραμματισμένη εκτέλεση ενός σχεδίου.

Στις 26 Νοεμβρίου 1944 ο Σαράφης καλείται από το Scobie, παρουσία στελεχών του ΕΔΕΣ, και του ζητείται να διατάξει την αποστράτευση του ΕΛΑΣ, ενώ αντίστοιχα ζητείται και η αποστράτευση του ΕΔΕΣ. Όμως η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος παραμένουν ώς έχουν όπως το απαιτεί ο Churchill από τον Παπανδρέου μέσω του Scobie (στις 25 Νοεμβρίου), ενώ ξεκινά και η συγκρότηση της προσωρινής εθνοφυλακής, ώς μεταβατικού σώματος. Ο Σαράφης αρνείται να διατάξει την αποστράτευση του ΕΛΑΣ και ζητά η σχετική διαταγή να εκδοθεί από την Ελληνική κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα το ΚΚΕ έχει ήδη λάβει την απόφαση να αντιπαρατεθεί με τους Βρετανούς και την κυβέρνηση Παπανδρέου. Η επίμονη και προσβλητική συμπεριφορά του Scobie δίνουν την πρώτη αφορμή. Η δεύτερη δίνεται την ίδια μέρα όταν ο υπουργός στρατιωτικών ορίζει τους πρώτους 250 αξιωματικούς της προσωρινής εθνοφυλακής, κανένας από τους οποίους δεν ανήκει στον ΕΛΑΣ, κατά παράβαση των προηγούμενων συμφωνιών.

Την 1η Δεκεμβρίου 1944 οι ΕΑΜικοί υπουργοί παραιτούνται και καλείται ο λαός της Αθήνας σε συλαλλητήριο την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944. Η ηγεσία του ΚΚΕ περνά στην αντίπερα όχθη, στη χειρότερη γι αυτή χρονική συγκυρία. Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ αποδέχθηκαν τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτα όταν είχαν όλα τα πλεονεκτήματα, στρατηγικά και τακτικά, με το μέρος τους, και επέλεξαν να αλλάξουν στάση όταν πλέον τακτικός Ελληνικός στρατός, αλλά και Βρετανικές δυνάμεις ήταν στην Αθήνα.

Έλλειψη ψυχραιμίας, απουσία ορθού πολιτικού και στρατιωτικού κριτηρίου, κακοί υπολογισμοί, ή απλά μια καλοστημένη παγίδα των Βρετανών και του Churchill που συνέχιζαν να σπρώχνουν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ στη γωνία, σε διαδοχικές υποχωρήσεις, γνωρίζοντας πώς κάποια στιγμή θα τους δοθεί η ευκαιρία και η αφορμή να ξεκαθαρίσουν οριστικά το τοπίο με τα όπλα;

Το συλαλλητήριο διαλύεται βίαια με 28 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Γενικευμένη αναταραχή ξεσπά στην Αθήνα, ενώ δυνάμεις του ΕΛΑΣ εισέρχονται στην πόλη και ξεκινούν οι πρώτες ένοπλες συγκρούσεις. Το ίδιο βράδυ ο Παπανδρέου υποβάλει παραίτηση την οποία όμως αναγκάζεται να αποσύρει μετά από χονδροειδέστατη και προσβλητική για το άτομο, το θεσμό και τη χώρα παρέμβαση του Churchill.

Δύο μέρες αργότερα, στις 5 Δεκεμβρίου 1944, ο Churchill αποστέλει στο Scobie, αρχιστράτηγο όλων των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα, το περίφημο τηλεγράφημα:

«...Μη διστάζετε, πάντως, να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη, όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση...».

Για περισσότερο από 1 μήνα οι γειτονιές της Αθήνας θα γίνουν πεδίο συγκρούσεων δυνάμεων του ΕΛΑΣ και της παραστρατιωτικής οργάνωσης του ΟΠΛΑ από τη μία πλευρά, και των δυνάμεων της 1ης Μηχανοκίνητης Βρετανικής ταξιαρχίας, της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου του τακτικού Ελληνικού στρατού, της χωροφυλακής και δεξιών παραστρατιωτικών οργανώσεων από την άλλη. Στις συγκρούσεις θα χρησιμοποιηθούν, και μέσω αυτών θα «καθαρθούν», δυνάμεις των κατοχικών ταγμάτων ασφαλείας.

Τα Δεκεμβριανά χαρακτηρίζονται από όλα εκείνα τα στοιχεία που διακρίνουν τις πολεμικές επιχειρήσεις σε ένα πυκνοκατοικημένο αστικό κέντρο. Η γραμμή του μετώπου είναι δυσδιάκριτη και ταχέως μεταβαλλόμενη. Τις αρχικές επιτυχίες του ΕΛΑΣ οι οποίες έφτασαν ένα βήμα πριν την πλήρη κατάληψη του κέντρου της Αθήνας (στις 10-12 Δεκεμβρίου οι κυβερνητικές και Βρετανικές δυνάμεις είναι περιορισμένες στην πλατεία Συντάγματος και σε μικρούς διάσπαρτους θύλακες), θα ακολουθήσει η επικράτηση των κυβερνητικών δυνάμεων οι οποίες στηρίζονται στη Βρετανική υποστήριξη αεροπορίας, πυροβολικού και ελαφρών αρμάτων, αλλά και μια συνεχώς αυξανόμενη ροή ενισχύσεων και εφοδίων. Ο ΕΛΑΣ από την άλλη μεριά εξακολουθεί σε όλη τη διάρκεια των συγκρούσεων να χρησιμοποιεί περιορισμένο μόνο αριθμό δυνάμεων, σε σχέση με το σύνολο αυτών που παρατάσει, καθώς ο κύριος όγκος του διενεργεί επιχειρήσεις κατά του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο.

Βρετανοί αλεξιπτωτιστές σε δρόμο της Αθήνας
 

Από τα ιδιαιτέρως μελανά σημεία των Δεκεμβριανών είναι η δράση της πολιτοφυλακής του ΕΑΜ η οποία προβαίνει σε αθρόες συλλήψεις, ομηρίες και εκτελέσεις κατά κανόνα αθώων ατόμων, ακόμα και αμάχων, υπό το πρόσχημα της τιμωρίας των δοσιλόγων και των μελών των ταγμάτων ασφαλείας. Αυτή η δράση θα ενισχύσει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ εθνικοφρόνων και αριστερών και θα ανταποδοθεί λίγους μήνες αργότερα, στην περίοδο από τη Συμφωνία της Βάρκιζας μέχρι την «επίσημη» έναρξη του εμφυλίου, αλλά και μετά.

Στις 25 Δεκεμβρίου 1944 και ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η Γερμανική αντεπίθεση στις Αρδέννες που απειλεί να αποσταθεροποιήσει ολόκληρο το Δυτικό μέτωπο, επισκέπτεται την Αθήνα ο ίδιος ο Churchill, συνοδευόμενος από τον αρχηγό των Συμμαχικών δυνάμεων στη Μεσόγειο στρατάρχη Alexander. Η επίσκεψη στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή είναι ενδεικτική της σημασίας που έχει η Ελλάδα για τα Βρετανικά συμφέροντα. Στην Αθήνα η κατάσταση έχει μεταστραφεί ξεκάθαρα εις βάρος του ΕΛΑΣ και ο Churchill θέλει να διαμορφώσει την επόμενη μέρα. Ήδη πριν φύγει από το Λονδίνο έχει ενημερώσει το Βασιλιά Γεώργιο για την οριστική απόφαση των Βρετανών να μην του επιτραπεί η άμεση επιστροφή στην Ελλάδα και τον ορισμό αντιβασιλιά. Επίσης έχει αποφασίσει ότι ο Γ. Παπανδρέου έχει ολοκληρώσει την αποστολή του και πρέπει να αντικατασταθεί.

Μετά από σειρά συναντήσεων στις 25 Δεκεμβρίου ο Churchill αποφασίζει ότι αντιβασιλιάς θα ορισθεί ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ενώ είναι ήδη ειλημμένη η απόφαση για ανάθεση της πρωθυπουργίας στο Ν. Πλαστήρα που έχει επιστρέψει στην Ελλάδα λίγες μέρες νωρίτερα. Στις 26 Δεκεμβρίου 1944 συγκαλείται στο υπουργείο Εξωτερικών σύσκεψη στην οποία μετέχουν ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο πρωθυπουργός Παπανδρέου, το σύνολο σχεδόν των αστών πολιτικών, ο Ν. Πλαστήρας, ο Churchill με τον Υπουργό Εξωτερικών Eden, το στρατάρχη Alexander, το Scobie και άλλους συμβούλους και επιτελείς του, οι πρεσβευτές της Βρετανίας, των ΗΠΑ και της Γαλλίας και ο αρχηγός της Σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής στην Ελλάδα συνταγματάρχης Ποπώφ. Η παρουσία του τελευταίου έχει μια πολιτική σημασία η οποία θα αγνοηθεί, ή δε θα γίνει αντιληπτή από τους εκπροσώπους του ΚΚΕ: ο Σοβιετικός στρατιωτικός παρέχει τη σιωπηλή συναίνεση του Στάλιν στους χειρισμούς του Churchill. Στη σύσκεψη θα προσέλθουν από τη μεριά του ΕΑΜ-ΚΚΕ οι Σιάντος, Παρτσαλίδης και Μάντακας. Είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία της αριστεράς για ένα αξιοπρεπή συμβιβασμό. Όμως δε θα την εκμεταλλευτεί καθώς οι όροι που θέτει για την σύναψη ανακωχής υπερβαίνουν τα συμφωνηθέντα των Συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτα. Η ηγεσία του ΚΚΕ προσπαθεί να επιτύχει όσα δεν κατάφερε όταν βρισκόταν σε ασύγκριτα ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση.

Από τις συναντήσεις της 25-26/12/1944 με τον Churchill
 

Οι συγκρούσεις θα συνεχιστούν έως τις 11 Ιανουαρίου 1945 όταν ο ΕΛΑΣ θα έχει πλέον εκδιωχθεί από την Αθήνα και τα Βρετανικά στρατεύματα επιχειρούν στη Βοιωτία. Η πολιτική σκηνή έχει ήδη αλλάξει καθώς στις 31 Δεκεμβρίου 1944 ορκίζεται αντιβασιλιάς ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός και στις 3 Ιανουαρίου 1945 ορκίζει πρωθυπουργό το Ν. Πλαστήρα.

Ένα πολύ ιδιαίτερο και μάλλον σκοτεινό κεφάλαιο στην ιστορία των Δεκεμβριανών είναι το περίφημο χαμένο τηλεγράφημα. Στις 19 Δεκεμβρίου 1944 ο Βούλγαρος κομμουνιστής ηγέτης Δημητρώφ, σύνδεσμος μεταξύ ΚΚΕ και Στάλιν, στέλνει τηλεγράφημα προς τον Σιάντο με το οποίο συστήνει στους Έλληνες κομμουνιστές «...να μην τραβήξουν το σκοινί...» και τους επισημαίνει «...η ένοπλη ενίσχυση προς τους Έλληνες συντρόφους απέξω γενικά αδύνατη...». Το τηλεγράφημα αυτό δεν εστάθη δυνατό να αποκρυπτογραφηθεί έγκαιρα, λόγω κάποιου λάθους και αναγνώσθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ μόλις στις 15 Ιανουαρίου 1945, όταν όλα είχαν πλέον τελειώσει. Ενδεχομένως αν το ΚΚΕ είχε λάβει τη συγκεκριμένη πληροφόρηση έγκαιρα θα ήταν άλλη η στάση στις κρίσιμες μέρες που εξελίσσοντο οι συγκρούσεις στην Αθήνα και, κυρίως, στις διαπραγματεύσεις της 26ης Δεκεμβρίου. Και βέβαια παραμένει ουσιαστικά αναπάντητο μέχρι σήμερα το ερώτημα αν η ηγεσία του ΚΚΕ ήταν ενήμερη και σε ποιό βαθμό για τη συμφωνία της Μόσχας τον Οκτώβρη του 1944, μεταξύ Churchill και Στάλιν για την κοινή αποδοχή της Βρετανικής επιρροής στην Ελλάδα. Άλλωστε αυτό το ερώτημα, της ενημέρωσης του ΚΚΕ για τις προθέσεις και τις διαθέσεις της Σοβιετικής Ένωσης θα είναι συνεχώς επίκαιρο και τα αμέσως επόμενα χρόνια, πριν και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, αλλά και μετά το τέλος του, για ιστορικούς πλέον λόγους.

Στις 12 Φεβρουαρίου 1945 υπογράφεται στη Βάρκιζα η ομώνυμη συμφωνία με την οποία διαλύεται ο ΕΛΑΣ και υποχρεώνεται σε παράδοση του οπλισμού του, συμφωνείται η εκκαθάριση των σωμάτων ασφαλείας και του κρατικού μηχανισμού από τους συνεργασθέντες με τους Γερμανούς, αποφασίζεται η συγκρότηση τακτικού στρατού και αμνηστεύονται όλα τα πολιτικά αδικήματα που τελέστηκαν μετά τις 3 Δεκεμβρίου (δηλαδή κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών). Η συμφωνία της Βάρκιζας θα μπορούσε να είναι μια έντιμη και επικοδομητική συμφωνία, αν η περί αμνηστείας διατύπωση ήταν διαφορετική. Περιέχει όμως δύο προσδιορισμούς που ουσιαστικά την ακυρώνουν: το χρονικό προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό ενός αδικήματος ώς πολιτικού.

Παράδοση όπλων μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν πολλά μέλη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ θα διωχθούν για αδικήματα που τελέστηκαν την περίοδο της κατοχής και αφορούσαν ακόμα και επιχειρήσεις κατά της χωροφυλακής, των ταγμάτων ασφαλείας, ή και κρατικών εγκαταστάσεων (υπό Γερμανική κατοχή). Θα διωχθούν επίσης για αδικήματα που τελέστηκαν κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών και των οποίων ο χαρακτηρισμός ώς πολιτικών ή μή επαφίεται στην κρίση και την υποκειμενικότητα των δικαστών. Ουσιαστικά η συμφωνία της Βάρκιζας δεν παρέχει αμνηστεία και μέσω της συγκεκριμένης διατύπωσης ανοίγει το δρόμο για την περίοδο της λευκής τρομοκρατίας που θα ακολουθήσει και θα οδηγήσει τελικά στον εμφύλιο, δίνοντας απλά αναβολή στην επανέναρξη των συγκρούσεων.

 

Ο Κωστής Δελήμπασης γεννήθηκε το 1971 στη Λάρισα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Χημικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ. και ασκεί το επάγγελμα του Χημικού Μηχανικού από το 1996, με κύρια αντικείμενα περιβαλλοντικά έργα και μελέτες, διαχείριση βιομηχανικής επικινδυνότητας και εκτάκτων καταστάσεων και project management επενδυτικών σχεδίων και τεχνικών έργων.

Από το καλοκαίρι του 2001 εκδίδει το ηλεκτρονικό περιοδικό e-telescope.gr. Άρθρα του έχουν αναδημοσιευτεί σε πολλά ελληνικά και ξένα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα.  

Περισσότερα άρθρα και επικοινωνία